Παρακάτω θα παρατεθούν εν συντομία, κριτικές για το σύνδρομο PAS, που περιγράφουν πολλά επιπλέον προβλήματα, που έχουν προκύψει με τη χρήση αυτού του συνδρόμου και τα οποία παραθέτουν σε εργασία τους ο ψυχολόγος, στο τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Λα Κορούνια της Ισπανίας, Δρ. Miguel Clementea και η νομικός, Dolores Padilla-Racero, του τμήματος Δημοσίου Δικαίου, του Πανεπιστημίου της Μάλαγα, της Ισπανίας.
Το «Σύνδρομο γονικής αποξένωσης» (σε συντομογραφία PAS, ακρωνύμιο του αγγλικού όρου Parent Alienation Syndrome) είναι μια έκφραση που επινοήθηκε για πρώτη φορά από τον Δρ. Richard Gardner.
Από το ξεκίνημά του, αυτό το σύνδρομο έχει επανεξεταστεί από αρκετούς μελετητές, οι οποίοι το έχουν επικρίνει και ποτέ δεν έγινε αποδεκτό από την επιστημονική κοινότητα ως νόμιμη επιστημονική δομή, ως σύνδρομο ή ως ψυχική διαταραχή. Παρά τη γενική απόρριψή του όμως, ως μη επιστημονικός όρος, το PAS μερικές φορές συνεχίζει να χρησιμοποιείται στο νομικό περιβάλλον, ως ένα επαρκές θεμέλιο στην επιστήμη, την κλινική ή την ιατροδικαστική πρακτική.
Παρακάτω θα παρατεθούν εν συντομία, κριτικές για το σύνδρομο PAS, που περιγράφουν πολλά επιπλέον προβλήματα, που έχουν προκύψει με τη χρήση αυτού του συνδρόμου και τα οποία παραθέτουν σε εργασία τους ο ψυχολόγος, στο τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Λα Κορούνια της Ισπανίας, Δρ. Miguel Clementea και η νομικός, Dolores Padilla-Racero, του τμήματος Δημοσίου Δικαίου, του Πανεπιστημίου της Μάλαγα, της Ισπανίας.
Στη δεκαετία του 1980, ο Αμερικανός ψυχίατρος, Richard Gardner (1992), σκέφτηκε να ταξινομήσει και να δημιουργήσει έναν όρο για κάτι που, ήξερε, ότι κανείς δεν είχε ορίσει μέχρι τότε, ώστε να προσπαθήσει να εξηγήσει την απόρριψη που δείχνει το παιδί, όταν επικοινωνεί με έναν από τους γονείς του, κατά την περίοδο ενός χωρισμού. Ο συγγραφέας δημιούργησε την έννοια του «Συνδρόμου γονικής αποξένωσης» Parent Alienation Syndrome (PAS), δίνοντας προτεραιότητα στο όνομα του συνδρόμου, πιθανότατα λόγω της ιατρικής του ιδιότητας.
Το PAS προσπαθεί να εξηγήσει την απόρριψη ενός παιδιού προς έναν από τους γονείς του, αλλά η εξήγηση που δίνει ο Gardner, για το πώς ένα παιδί μπορεί να απορρίψει έναν γονέα ακολουθεί ένα σχέδιο αντίθετο, από αυτό που είναι γνωστό στην επιστήμη ως «ξυράφι του Ockham» και δεν είναι η καλύτερη, απλά και μόνο, επειδή δεν είναι η πιο απλή.
Το απλούστερο πράγμα θα ήταν (και είναι), να πιστεύουμε ότι ο απορριφθείς γονέας έχει κάνει κάποια ενέργεια που προκάλεσε την απόρριψη του παιδιού, συνήθως κακοποίηση, μερικές φορές σεξουαλικής φύσης. Αντ ‘αυτού, ο Gardner έθεσε κάτι διαμετρικά αντίθετο, δηλώνοντας ότι αυτή η άρνηση συμβαίνει, ως αποτέλεσμα της χειραγώγησης που ασκεί ο άλλος γονέας πάνω στο παιδί, απορρίπτοντας την ιδέα, ότι μπορεί να υπάρχουν άλλες αιτίες που δικαιολογούν την απόρριψη.
Η αποδοχή της διάγνωσης του PAS από τα δικαστικά συστήματα – όχι από την επιστήμη- εφαρμόζει αυτόματα τη θεραπεία που ορίζει ο Gardner ως θεραπεία απειλής. Αυτή η θεραπεία στοχεύει στη διόρθωση της συμπεριφοράς του παιδιού και του γονέα με τον οποίο ζει μαζί. Ο τρόπος στοχεύει, ανεξάρτητα από τις βασικές αιτίες που το παιδί απορρίπτει τις επισκέψεις στον γονέα με τον οποίο δεν ζει μαζί, να αναγκάζεται να δημιουργήσει το παιδί μια σχέση μαζί του. Για να το επιτύχουν αυτό τα δικαστήρια, λαμβάνουν μια σειρά μέτρων, τα οποία βασίζονται στην απειλή και τον εξαναγκασμό. Ακόμα και όταν το PAS δεν χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός περιπτώσεων στις δικαστικές υποθέσεις, αυτό το είδος παρέμβασης συνιστάται από πολλούς δικηγόρους και εμπειρογνώμονες.
Η χρήση του PAS θα μπορούσε ενδεχομένως, να έχει μεγαλύτερη σημασία, εάν δεν ήταν η θεραπεία που συνδέεται αναπόφευκτα με τον Gardner, η οποία εφαρμόζεται εξαναγκαστικά στα δικαστήρια πολλών χωρών κι έχει βρεθεί ότι έχει ανεπιθύμητες συνέπειες στα παιδιά (Bruch, 2002).
Στην ορολογία που χρησιμοποιείται στη δομή του PAS, ο γονέας που διατηρεί την επιμέλεια του παιδιού και με τον οποίο ζει το παιδί, ονομάζεται «αποξενωτής» και ο γονέας, του οποίου την παρουσία απορρίπτει το παιδί, είναι ο «αποξενωμένος». Το παιδί, με τη σειρά του, αναφέρεται επίσης ως «αποξενωμένο».
Όταν συμβαίνει ένας χωρισμός ζευγαριών με παιδιά, ελλείψει κοινής συναίνεσης μεταξύ των δύο γονέων, το δικαστήριο είναι εκείνο, που πρέπει να ορίσει την επιμέλεια, καθώς και το σύστημα επικοινωνίας μεταξύ των παιδιών και του γονέα που χάνει την επιμέλεια. Για το σκοπό αυτό, η μαρτυρία του παιδιού, που γίνεται απευθείας από το ίδιο το παιδί ενώπιον του δικαστή ή μέσω των εκθέσεων των φορέων που το βοηθούν, μερικές φορές είναι η μόνη απόδειξη που παρέχεται κατά τη διαδικασία.
Επομένως, η μαρτυρία αποκτά μεγάλη σημασία, ειδικά όταν υπάρχει υποψία κακομεταχείρισης ή κακοποίησης από τον έναν γονέα προς τα παιδιά. Όμως, η μαρτυρία του παιδιού, ως προς τη σχέση με τον γονέα που απορρίπτει, το τι υποδηλώνει αυτή η σχέση και τις συνέπειές της είναι δευτερεύουσα, γιατί πολύ απλά, δεν τη λαμβάνει κάποιος υπόψη ή την ερμηνεύει αντίθετα, από αυτό που εκφράζει το παιδί, όταν υπάρχουν ιδέες που υπόκεινται στο PAS κατά τη διάρκεια της δίκης.
Διάγνωση PAS
Η διάγνωση του PAS κατασκευάζεται όταν υπάρχει ανάγκη, για να αποδώσει μια παθογόνο κατάσταση στον χειρισμό (συνήθως) της μητέρας και να ερμηνεύσει οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη του παιδιού, σύμφωνα με την επιβλαβή επιρροή της μητέρας σε αυτό.
Η επιμέλεια των παιδιών σήμερα, δίνεται σε μεγαλύτερο βαθμό στις μητέρες, και επιπλέον, η κακοποίηση και η κακομεταχείριση παιδιών που οδηγούν σε διαζύγια και σε υποθέσεις επιμέλειας παιδιών, διαπράττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες γονείς. (Clemente & Padilla-Racero, 2015β).
Ο Gardner, όταν προσδιορίζει τον χειραγωγό ή αποξενωτικό γονέα, που έχει την επιμέλεια και τον αποξενωμένο ή απορριφθέντα γονέα, που δεν την έχει, σχεδόν αυτόματα αναθέτει το ρόλο των αποξενωτών, στις μητέρες και το ρόλο των αποξενωμένων, στους απορριφθέντες πατέρες. Το παιδί ως υποχείριο, θα βρίσκεται σε κατάσταση αποξένωσης εξαιτίας της μητέρας.
Ο γονέας, στον οποίο έχει ανατεθεί ο ρόλος αυτού που χειραγωγεί το παιδί, θεωρείται από το δικαστικό σύστημα ως επιβλαβής, ως τοξική επιρροή στο παιδί, και ως εκ τούτου τα μέτρα που λαμβάνονται στα δικαστήρια, ευθυγραμμίζονται με την απομάκρυνση του παιδιού από τη μητέρα, για την προστασία του παιδιού από κινδύνους για την ψυχική του υγεία.
Η διάγνωση του PAS πραγματοποιείται με βάση την εμφάνιση οκτώ συμπτωμάτων, που ο Gardner αποφάσισε να έχουν τα παιδιά και η θεραπεία (θεραπεία απειλής) καθορίζεται με βάση 10 συμπτώματα, που υποτίθεται ότι υπάρχουν στη μητέρα (συνήθως στον αποξενωτή γονέα) και μόνο δευτερευόντως, ανάλογα με τα συμπτώματα που έχει το παιδί (Padilla-Racero, 2013).
Η απόκριση στη θεραπεία είναι απλή κι αποτελεί και τον πραγματικό σκοπό της διάγνωσης του PAS: Η αλλαγή της επιμέλειας υπέρ του πατέρα, που είναι θύμα αβάσιμης απόρριψης από το παιδί, απόρριψη που υποτίθεται ότι έχει προκληθεί από τη χειραγώγηση της μητέρας.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με το ψευδές σύνδρομο PAS, το παιδί κάνει μια εκστρατεία δυσφήμησης εναντίον του γονέα που δεν έχει την επιμέλεια, κάτι που είναι το σύμπτωμα 1 του PAS στο παιδί (Padilla-Racero, 2013). Αυτή η εκστρατεία δυσφήμησης κατά του πατέρα του παιδιού, προκαλείται από τη μητέρα και είναι προϊόν της χειραγώγησης που ασκεί η μητέρα στο παιδί. Από την άλλη πλευρά, το φαινόμενο της ανεξάρτητης σκέψης, το οποίο αντιστοιχεί στο σύμπτωμα 4 της διάγνωσης του PAS στα παιδιά (Padilla-Racero, 2013), αναφέρεται στον ρόλο του παιδιού στην προσωπική του εκστρατεία για τη δυσφήμηση του αποξενωμένου γονέα. Αυτή η προσωπική συνεισφορά του παιδιού (ανεξάρτητα από τη χειραγώγηση της μητέρας) είναι αυτή που συνηγορεί, ώστε το PAS να χαρακτηρίσει το σύνδρομο ως παιδική διαταραχή. Το PAS λοιπόν, μέσω της ρητορικής χρήσης της γλώσσας, επιδιώκει να δικαιολογήσει υποθέσεις που δεν μπορούν να υποστηριχθούν επιστημονικά, προκαλώντας πολλές αντιφάσεις, όπως αυτή που μόλις επισημάνθηκε.
Το PAS δίνει την ερμηνεία, ότι το παιδί ψεύδεται όταν δυσφημεί έναν γονέα (συνήθως τον αρσενικό γονέα, που δεν έχει την επιμέλεια) και στην ψυχαναλυτική θεωρία, το παιδί φαντασιώνεται, όταν αναφέρει μνήμες σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική του ηλικία (Clemente, 2010). Εν ολίγοις, τόσο το PAS, όσο και η ψυχανάλυση, ανάγονται στον τομέα των ιδεών, εγκαταλείποντας την επιστήμη σε αυτές τις περιπτώσεις. Το PAS δεν έχει επικυρωθεί επιστημονικά, επειδή προέρχεται από ένα μη έγκυρο θεωρητικό μοντέλο (Clemente, 2013).
Ανάμεσα στις ιδέες στις οποίες βασίζεται το PAS, δύο ξεχωρίζουν: το «έμφυτο ψεύδος στα παιδιά», λόγω του οποίου δεν πρέπει να γίνονται πιστευτά, εάν κατηγορούν τον γονέα τους για κακομεταχείριση, κακοποίηση ή παραμέληση, και η ιδέα, ότι ο ένας γονέας χρησιμοποιεί το νομικό σύστημα για να χωρίσει τα παιδιά από τον άλλο γονέα, χρησιμοποιώντας φαύλη, εκδικητική φύση και χειραγώγηση. Υποτίθεται ότι ο χειριστής θα ήταν γυναίκα, γενικώς, σύμφωνα με τη μεροληπτική (από απόψεως φύλων) άποψη του Gardner. Ωστόσο, είναι πιο πιθανό, ότι η χειραγώγηση θα ήταν ένα σύμπτωμα ελέγχου, κάτι που ταιριάζει περισσότερο σε έναν γονέα που διαπράττει ενδοοικογενειακή βία ή παιδική κακοποίηση. Ως εκ τούτου, οι θεωρίες του Gardner σύντομα βρέθηκαν αντιμέτωπες, όχι μόνο με την επιστημονική κοινότητα, αλλά και με κινήματα υπεράσπισης παιδιών και γυναικών.
Το χειρότερο είναι ότι η αποδοχή της διάγνωσης του PAS ή των θεωριών της από τα δικαστήρια, σημαίνει την άμεση εφαρμογή της θεραπείας απειλής. Αυτή η θεραπεία αποσκοπεί στο να αποτρέψει τα παιδιά και τη μητέρα, από το να αποφύγουν την επίσκεψη του άλλου γονέα.
Πρόκειται για μια καταναγκαστική παρέμβαση, η οποία στοχεύει στη διόρθωση της συμπεριφοράς του παιδιού και του γονέα με τον οποίο ζει, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία απειλής και δικαστικού εξαναγκασμού. Τέτοιες απειλές υποτίθεται ότι προορίζονται να είναι θεραπευτικές και εφαρμόζονται από το δικαστήριο, με την αιτιολογία ότι είναι οι πιο κατάλληλες για το παιδί. Αυτές οι απειλές συνίστανται σε μια σειρά καταναγκαστικών μέτρων, που κυμαίνονται από πρόστιμα, κατ ‘οίκον περιορισμό ή φυλάκιση του γονέα που έχει διαγνωστεί ως χειραγωγός κι επιβλαβής για το παιδί, μέχρι την αλλαγή της επιμέλειας του παιδιού υπέρ του απορριφθέντος γονέα. Μερικές φορές, αυτή η αλλαγή επιμέλειας πραγματοποιείται μετά από μια περίοδο κράτησης του παιδιού σε εγκαταστάσεις ανηλίκων ή «στρατόπεδο αποπρογραμματισμού» έως ότου δεν ξαναρχίσει να κατηγορεί τον απορριφθέντα γονέα και αποδεχθεί την κατάσταση. Αντίθετα, το δικαστικό μητρώο θα γίνει σχεδόν κλινικό μητρώο. Ένα υποτιθέμενο σύνδρομο που δεν έχει θέση στον τομέα της δημόσιας ή της ψυχικής υγείας, απ’ όπου απορρίπτεται συνεχώς, χρησιμοποιείται για διάγνωση και παρέμβαση από τα δικαστήρια και εκείνους που το προωθούν στο νομικό σύστημα.
Ο ίδιος ο Gardner έχει αναγνωρίσει, ότι η διάγνωση του PAS δεν είναι ικανή να προσδιορίσει εάν το παιδί έχει κακομεταχειριστεί ή κακοποιηθεί από τον γονέα που απορρίπτεται ή εάν είναι εφεύρεση του ανηλίκου ή προϊόν χειραγώγησης εκ μέρους του αποξενωτή γονέα (και αποδίδεται σε χειραγώγηση). Η έλλειψη επιστημονικής βάσης του PAS, η υψηλή πιθανότητα εσφαλμένης διάγνωσης που αναγνωρίζεται από τον δημιουργό του και τους υπερασπιστές του, που ακολούθησαν μετά, καθώς και η νομιμοποίηση της χρήσης εξαναγκασμού από το κράτος, μέσω των δικαστηρίων για την επιβολή στοργής, είναι μερικές από τις ηθικές εκτιμήσεις που θα έπρεπε να αποτρέψουν την εφαρμογή μιας τέτοιας θεραπείας απειλής.
Τα επακόλουθα της θεραπείας που περιλαμβάνει η διάγνωση PAS για τα παιδιά είναι δραματικά.
Όπως δηλώνει ο Nichols (2014), επιζώντες ενδοοικογενειακής βίας και υποστηρικτές παιδιών συμφωνούν, ότι η θεωρία του Gardner επισκιάζει τις δικαιολογημένες αιτίες αποξένωσης γονέων και παιδιών, όπως είναι η κακοποίηση, η παραμέληση ή το αίσθημα εγκατάλειψης που προκαλείται στο παιδί, από το ίδιο το διαζύγιο. Ο Bruch (2001) δηλώνει ότι ο Gardner συγχέει με την προσέγγισή του, την αντίδραση ενός παιδιού στο διαζύγιο και το υψηλό επίπεδο γονικής σύγκρουσης (συμπεριλαμβανομένης της βίας). Οι συγγραφείς, που αφιερώνουν τις προσπάθειές τους στην υπεράσπιση των παιδιών, φοβούνται ότι η «διάγνωση» του PAS, στο πλαίσιο της επίλυσης των υποθέσεων διαφορών επιμέλειας, μπορεί να οδηγήσει τα δικαστήρια, στο να παραδώσουν τα παιδιά στους κακοποιούς τους (Dallam, 2008).
Συμπέρασμα
Οι υποστηρικτές του PAS, μέχρι σήμερα, δεν έχουν προσκομίσει αποδείξεις ή εμπειρικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξή του. Αυτό που εννοούν με τα επιστημονικά στοιχεία, συνδέεται αποκλειστικά με τη μοναδική θεωρητική κυκλοφορία του έργου του Gardner, του δημιουργού της έννοιας του PAS. Οι συγγραφείς που αναφέρθηκαν από υποστηρικτές του PAS, ως υποτιθέμενοι ερευνητές, απλά διαδίδουν το PAS, δεν είναι πραγματικοί ερευνητές που έχουν κάνει δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά που εξετάζονται από ομότιμους επιστήμονες.
Τα δεδομένα που ελήφθησαν από την έρευνά μας, μας επιτρέπουν να επιβεβαιώσουμε ότι γενικά, τα παιδιά δεν λένε ψέματα για κακοποίηση που έχουν βιώσει και δεν χειραγωγούνται εύκολα. Αυτά τα δεδομένα αντικρούουν, επομένως, μια από τις κύριες ιδέες, στις οποίες βασίζεται το PAS. Χωρίς να βασίζεται σε ορθές θεωρητικές αρχές και χωρίς να μπορεί να επαληθευτεί, το PAS και το πλαίσιο του δεν μπορούν να δημιουργήσουν ένα διαγνωστικό εργαλείο. Κατά συνέπεια, δεν μπορείτε να δημιουργήσετε ένα πρόγραμμα παρέμβασης για ένα ύποπτο σύνδρομο, το οποίο δεν μπορεί να διαγνωστεί, επειδή είναι αδύνατο να προέλθει ένα διαγνωστικό εργαλείο από αυτό, χωρίς να υποστηρίζεται με ένα έγκυρο θεωρητικό μοντέλο. Χωρίς ένα σταθερό θεωρητικό μοντέλο, δεν μπορεί κανείς να κάνει διάγνωση και πιθανή θεραπεία για αυτό. Εν ολίγοις, δεν μπορείτε να μετρήσετε κάτι που δεν υπάρχει και αυτό συμβαίνει με το PAS.
Η κοινωνική χρησιμότητα της επιστήμης είναι η παροχή δικαιοσύνης μεταξύ των ατόμων, γι ‘αυτό, όταν χρησιμοποιούνται επιστημονικά εργαλεία ή τεχνικές όπως το PAS, συνίσταται κοινωνική αδικία (Clemente, 2013). Οι οπαδοί και οι πιστοί του PAS προωθούν την απειλή ή την καταναγκαστική μεταχείριση / παρέμβαση και την απομάκρυνση του παιδιού από το άτομο που μπορεί να είναι ο κύριος κηδεμόνας. Δεν είναι δυνατή η εξαγωγή μιας θεραπείας από μια θεωρία που είναι ανακριβής, κι εάν δεν προέρχεται από ένα όργανο που πληροί τις κατάλληλες ψυχομετρικές απαιτήσεις, γιατί χωρίς ένα τέτοιο όργανο, είναι αδύνατο να εξακριβωθεί εάν η θεραπεία παράγει βελτίωση στα παιδιά. Το PAS είναι ιδεολογία, όχι επιστήμη. Είναι ένα ολόκληρο σύστημα ιδεών που βασίζεται σε έναν αντικατοπτρισμό της ισότητας, που δεν μπορεί να σταθεί σε καμία επιστημονική, νομική ή κοινωνική ανάλυση.
Το PAS προβάλλει πάνω στις γυναίκες το βάσανο των ψυχικών διαταραχών και πάνω στα παιδιά την υπόθεση ότι λένε ψέματα κι εύκολα χειραγωγούνται και δυστυχώς, λόγω του αναμφισβήτητου βάρους αυτών των δύο ψευδοεπιστημών στην κοινωνία μας, και οι δύο θεωρίες αντιστοιχούν σε υποκειμενικές προσεγγίσεις ερμηνείας της πραγματικότητας και σε αδιάψευστη προκατάληψη του φύλου.
Η μαρτυρία των ανηλίκων πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη σε αυτές τις διαδικασίες, καθώς επαληθεύεται εμπειρικά, ότι τα παιδιά τείνουν να λένε την αλήθεια και ότι επιπλέον δεν επηρεάζονται, ούτε χειραγωγούνται εύκολα, ώστε να δώσουν μια ψευδή μαρτυρία, αλλά συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Επομένως, εάν θέλετε να διασφαλίσετε το καλό του παιδιού, δεν μπορείτε να το κάνετε, χωρίς να ακουστεί η μαρτυρία του και να ληφθεί δεόντως υπόψη στις δικαστικές αποφάσεις που το αφορούν.
Το PAS είναι ψευδές μέτρο, μια σχέση αιτίου-αποτελέσματος που δεν υπάρχει, αναπόδεικτη, μη επιστημονική, αλλά που παράγει τρεις τύπους θυμάτων, δύο από τους οποίους είναι οι γονείς που έχουν την επιμέλεια (συνήθως οι μητέρες) και τα παιδιά. Τα τελευταία, που μερικές φορές υφίστανται κακοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής κακοποίησης, κάποιες φορές βρίσκουν μόνο μια λύση στη ζωή τους. Την αυτοκτονία. Το τρίτο θύμα είναι η κοινωνία, η οποία αντί να υπερασπίζεται την ύπαρξη μιας πιο δίκαιης κοινωνίας για όλους, επιτρέπει να συμβεί το αντίθετο. Για χάρη των παιδιών, πρέπει να αγωνιστούμε να σταματήσουμε το PAS κι εκείνους που ακολουθούν και προωθούν τις λανθασμένες αρχές του.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Bernet, W., Verrocchio, M. C., & Korosi, S. (2015). Yes, children are susceptible to manipulation: Commentary on article by Clemente and Padilla-Racero. Children and Youth Services Review, 56, 135–138. doi:10.1016/j.childyouth.2015.07.004
Bruch, C. S. (2001). Parental alienation syndrome and parental alienation: Getting it wrong in child custody cases. Family Law Quarterly, 35(3), 527–552.
Bruch, C. S. (2002). Parental alienation syndrome and alienated children – Getting it wrong in child custody cases. Child and Family Law Quarterly, 14(4), 381–400.
Clemente, M. (2010). Introducción a la Psicología Social: Enfoques teóricos clásicos [Introduction to social psychology: Theoretical classics approaches]. Madrid, Spain: Universitas.
Clemente, M. (2013). El síndrome de alienación parental: un atentado contra la ciencia, contra el Estado de Derecho, y contra los menores y sus progenitores [The parental alienation syndrome: An attack against science, the rules of law, and against children and their parents]. Infancia, Juventud y Ley, 4, 48–57.
Clemente, M., & Padilla-Racero, D. (2015a). Are children susceptible to manipulation? The best interest of children and their testimony. Children and Youth Services Review, 51, 101–107. doi:10.1016/j.childyouth.2015.02.003
Clemente, M., & Padilla-Racero, D. (2015b). Facts speak louder than words: Science versus the pseudoscience of PAS. Children and Youth Services Review, 56, 177–184. doi:10.1016/j. childyouth.2015.07.005
Clemente, M., Padilla-Racero, D., Gandoy, M., Reig-Botella, A., & Gonzalez-Rodriguez, R. (2015). Judicial decision-making in family law proceedings. American Journal of Family Therapy, 43(4), 314–325. doi:10.1080/01926187.2015.1051895
Dallam, S. (2008). Are “good enough” parents losing custody to abusive ex-partners, leadership council on child abuse & interpersonal violence. Retrieved from http://www.leadershipcouncil. org/1/pas/dv.html.
Emery, R. E. (2005). Parental alienation syndrome: Proponents bear the burden of proof. Family Court Review, 43, 8–13. doi:10.1111/j.1744-1617.2005.00002.x
Gardner, R. A. (1992). The parental alienation syndrome: A guide for mental health and legal professionals. Cresskill, NJ: Creative Therapeutics. Meier, J. S. (2009). A historical perspective on parental alienation syndrome and parental alienation. Journal of Child Custody, 6(3), 232–257. doi:10.1080/15379410903084681
Nichols, A. M. (2014). Toward a child-centered approach to evaluating claims of alienation in high-conflict custody disputes. Michigan Law Review, 112(4), 663–688.
Padilla-Racero, D. (2013). El síndrome de alienación parental no es un transtorno mental, problema relacional ni de conducta. Es una feroz resistencia a los avances en la igualdad entre hombres y mujeres. [Parental alienation syndrome is not a mental disorder, relational or behavioral problem. It is a fierce resistance to advances in equality between men and women]. Infancia, Juventud y Ley, 4, 58–73.
Padilla-Racero, D. (2015). El papel de la memoria y los recuerdos en la credibilidad del testimonio de los menores en las denuncias de abuso sexual infantil [The role of memory and memories on the credibility of the testimony of minors in allegations of child sexual abuse]. Diario la Ley, XXXVI(8651), 1–7.
Padilla-Racero, D. (2016). Credibilidad de las denuncias de maltrato infantil y el falso síndrome de alienación parental [Credibility of allegations of child abuse and false parental alienation syndrome]. Derecho y Proceso Penal, 42, 379–395.
Pepiton, M. B., Alvis, L. J., Allen, K., & Logid, G. (2012). Is parental alienation disorder a valid concept? Not according to scientific evidence. A review of parental alienation, DSM-5 and ICD-11 by William Bernet. Journal of Child Sexual Abuse, 21(2), 244–253. doi:10.1080/ 10538712.2011.628272
Pignotti, M. S. (2013). La sindrome di alienazione parentale: sconosciuta negli ospedali, endemica nei tribunal [The parental alienation syndrome: Unknown in hospitals, endemic in the courts]. Recenti Progressi in Medicina, 104(2), 54–58.
Rozanski, C. (2013). El síndrome de alienación parental (SAP) y otras formas de silenciar niños abusados [Parental alienation syndrome (PAS) and other forms of silence exploited children]. Infancia, Juventud y Ley, 4, 74–80.
https://www.el.gr/nea-taxh/syndromo-gonikis-apoxenosis-ti-einai/